Σάββατο 13 Μαρτίου 2010

O ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ

     Προχθές έχασα τον πατέρα μου. Έναν σπουδαίο Μακεδόνα, έναν τίμιο – μέχρι παρεξηγήσεως – άνθρωπο κι ένα φιλόσοφο της ιατρικής που την κατείχε πολύ βαθιά. Κυρίως έχασα έναν φίλο κι ένα ζωντανό μυαλό παρά τα 80 χρόνια που του σκούριαζαν τους μυς και τα ζωτικά του όργανα.
     Ήταν ένας άνθρωπος που πίστευε πολύ στη ζωή. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια την είχε χάσει. Είχε περάσει στην σφαίρα της απλής ύπαρξης. Τέσσερις φορές την εβδομάδα αιμοκάθαρση είτε μόνος, είτε με μένα, είτε με τα ασθενοφόρα μπας και σωθεί από τα απανωτά πνευμονικά οιδήματα. Όταν ο οργανισμός λόγω της νεφρικής ανεπάρκειας, δεν αποβάλει τα υγρά του , τα μαζεύει και στους πνεύμονες και πας για αυτοπνίξιμο.
     Ταλαιπωρημένος άνθρωπος από παιδί. Τότε εκεί στα Κοίλα της Κοζάνης, στα προσφυγικά σπίτια, που τον πετάγανε οι γονείς του έξω από το παράθυρο για να μην τον βουτήξουν οι Γερμανοί ή οι αντάρτες. Εναλλάξ πήγαινε το πήδημα. Κι αυτός κοιμόταν στο χωράφι με καλύτερους του φίλους τα φίδια. Που τελικά τον έπεισαν να γίνει γιατρός και να γράψει και σχετικό βιβλίο.
     Οι τελευταίες μέρες ήταν τραγικές. Οι πνεύμονες, η καρδιά και τα νεφρά είναι συνδεδεμένα. Η καρδιά σε λειτουργία μηδαμινή μετά από δυο εμφράγματα. Με όλα τα μοσχεύματα φραγμένα. Η προχωρημένη αρτηριοσκλήρυνση να μην επιτρέπει αγγειοπλαστική. Οι χούφτες φάρμακα να μην μπορούν να επαναφέρουν μια στοιχειώδη υγεία. Μέχρι την κουζίνα του σπιτιού πήγαινε και νόμιζες ότι είχε τρέξει μαραθώνιο. Στο τηλέφωνο μιλάγαμε και στα δυο λεπτά, του κοβόταν η ανάσα και τον έπνιγε ο βήχας.
     Βλέπεις κάποιον να πέφτει στο γκρεμό. Τι εύχεσαι; Να σωθεί ο άνθρωπος. Εντάξει αλλά να μην έχει χέρια , να μην έχει πόδια, να μην έχει κεφάλι; Βλέπεις κάποιον που κλαίει διότι ζει έτσι, αφού δεν περιμένει τίποτα πια και δεν μπορεί να κάνει μια απλή βόλτα με τα εγγόνια του. Έναν άνθρωπο που ξέρει ότι η κόλαση δεν είναι μόνο για τον ίδιο αλλά και για τον διπλανό του. Τι εύχεσαι; Μα , να γίνει καλά ο άνθρωπος. Φυσικά. Δεν γίνεται όμως. Δεν υπάρχουν τα περιθώρια κι ας μην κάπνισε ποτέ κι ας μην ήπιε τίποτα. Φτάνεις στο σημείο να εύχεσαι να μην υποφέρει κι άλλο. Κι έτσι έγινε τελικά. Μια απότομη πτώση της πίεσης στην διάρκεια της αιμοκάθαρσης, έφερε την ανακοπή, το άσπρο σύννεφο, το γάβγισμα του Κέρβερου και τον παφλασμό του Αχέροντα.
     Η χειρότερη όμως κόλαση του , που την περάσαμε μαζί , ήταν ότι ήταν γιατρός. Ήξερε τα πάντα. Πού πήγαινε, πώς πήγαινε, τι ρίσκα έπαιρνε. Πόσο αποτελεσματική θα ήταν μια ιατρική ιδέα, ένα πείραμα, ένα γιατροσόφι πάνω του. Το όνομα του Ηρακλής. Αποφάσισε τον άθλο του. Το σκουριασμένο κατσαριδάκι χωρίς καρμπυρατέρ και με βουλωμένα τα πιστόνια, θα έτρεχε στην φόρμουλα. Θα πήγαινε για βιοψία την επομένη. Δεν την πρόλαβε ευτυχώς.
     Ήθελε να πεθάνει ζωντανός, ενεργητικός, μη καταδεχόμενος την ανημποριά ή το ξεσκάτισμα μιας νοσοκόμας. Το τέλος του κύκλου του το είχε αποδεχτεί. Πλέον σημασία είχε η αξιοπρεπής συμμετοχή σ’ αυτό το ράλυ που ο θεός ή ο χάρος τρέχουν δίπλα σου με το τελευταίο μοντέλο της τεχνολογίας κι έχουν κι άνεση να κάνουν και οικονομία καυσίμων για το καλό του οικοσυστήματος.
     Δεν ήταν εύκολο να του πάω κόντρα. Την ημέρα που έφυγε από το σπίτι για την κάθαρση, δεν πήρε τα κλειδιά μαζί του. Όταν η μάνα μου του τηλεφώνησε για να του το πει, της είπε ότι δεν σκοπεύει να ξαναγυρίσει. Τον περίμενα στην αίθουσα του νοσοκομείου, τον φίλησα, του έσφιξα το χέρι δυνατά λέγοντας του καλή επιτυχία όπως πάντα, προσπαθώντας να είμαι παγερά αδιάφορος. Είχα γίνει εγώ ο πατέρας με την ψυχρή χωρίς γοητεία συμπεριφορά , την αποκρουστική αντιμετώπιση των παιδιών προκειμένου να ενταχθούν στην κοινωνική μαλακία χάνοντας το χαμόγελο τους και πλημμυρίζοντας προσωρινές ευθύνες για να παίξουν τους ώριμους. Αν κύλαγε ένα δάκρυ από τα μάτια μου, που ήταν πανεύκολο διότι ο λαιμός είχε μπουκώσει από γεμάτα τοξίνες ξερόνερα, θα τον είχα σκοτώσει γρηγορότερα.
     Όταν έγινε το μοιραίο, κάπνιζα ένα τσιγάρο στο κυλικείο. Μόλις ο γιατρός μου το είπε, αισθάνθηκα το μυαλό άδειο. Αλλού πάταγα κι αλλού βρισκόμουνα. Γέμισα από οργή και διάθεση αντίστασης. Να πέθαινα εγώ κι όχι αυτός. Συνήλθα γρήγορα. Είχα παραβιάσει το φυσικό και θα είχα δώσει τεράστιο χτύπημα και σ’ αυτόν και στα παιδιά μου.
     Και σκέφτηκα το αύριο. Τη μέρα της κηδείας. Εκεί που δεν σου επιτρέπεται να στενοχωρηθείς μόνος σου. Με τα λουλούδια, τα στεφάνια και τα τετριμμένα λόγια της συμπαράστασης για να μην είσαι μονάχος. Ενώ είσαι δυο ώρες μετά. Κατάμονος κυριολεκτικά. Θεωρητικά ευχαριστημένος με το πνεύμα του αλλά χωρίς το σώμα του. Να έχεις χάσει τον κύριο σύμμαχο σου και να είσαι και οικογενειακός βλάκας στον διάλογο με τα παιδιά:
          Μπαμπά γιατί δεν κλαις; Δεν τον αγαπούσες;
          Μπαμπά κλαις; Αυτό θα ζήσουμε κι εμείς αύριο; Μπαμπά κατέρρευσες;
          Όχι αγόρια μου, πάρτε τον παπά να κανονίσετε τα μνημόσυνα , διότι η εκκλησία πρέπει να ζήσει βασιλεύοντας πάνω στους τάφους.
     Και να περνάει το φιλμ της ζωής που έζησα μαζί του, γρήγορα, ψηφιακά ανατριχιαστικά. Το χαζό ποδόσφαιρο που έπαιζε με το λουστρίνι. Την πρώτη φορά που με έβαλε στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας και προσπαθούσε να μου πει οτι χάσαμε άδικα και τα πέναλτυ δεν μετράνε. Το πώς με σήκωσε όταν γκρεμίστηκα σε μια ζαρντινιέρα – δεκαενιάρης πια – στην οδό Στουρνάρα και σε έφοδο αναρχικών προς το πολυτεχνείο. Το πώς με ηρέμησε σε επαγγελματική στραβή στα σαράντα μου.
     Και θυμήθηκα και τους άλλους ανθρώπους που έχουν περάσει το ίδιο γεγονός. Κατάλαβα την τύχη μου. Έφυγε χωρίς να πονέσει κι είμαι από τους λίγους που τον έζησα μέχρι τα πενήντα μου.
     Πατέρα σε ευχαριστώ. Κρίμα που θα σε τρώνε τα σκουλήκια, ενώ θα μπορούσα να σε έχω στάχτη σε ένα βάζο μαζί μου ακόμα. Στο γραφείο ή στα μέρη που θα πάω και που δεν μπορούσες να πας εσύ λόγω του κολαστήριου της κάθαρσης. Δεν θέλω να είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάζει εκεί δίπλα στη μάνα σου, στην γιαγιά μου την προσφυγίνα. Θέλω να είναι βαρύ για να μην κρυώνεις. Θάρθει και χειμώνας.

10 σχόλια:

  1. ...Δεν υπαρχουν λογια εκεινη την ωρα,μονο ματιες στο πουθενα........

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Να σπασουμε λιγο τη σιωπη και το βαρυ κλιμα...Ειπε η Καρλα Σαρκοζι οτι δεν τον βλεπει αρκετα τον συζυγο,αλλα πιο συχνα βλεπει το νεο αμορε.Να θυμησουμε οτι το ιδιο ακριβως ειχε δηλωσει και η Συγκολεν για τον ιδιο Σαρκοζι αμα τη προεδρεια του...Ξεχειλιζει η καυλα απο τις δυο αυτες γυναικες,που δεν προλαβαινει να τις σβησει ο προεδρος,τα θελει και ο κωλος του ομως.Για την Συγκολεν ΠΡΩΤΟΣ τοχε γραψει ο Καραγιαννιδης στον Φιλαθλο,δειχνοντας την επομενη και την μεθεπομενη.....Καλημερα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εκει που τελειωνει ενα ταξιδι, αρχιζει ενα αλλο. . .
    Συλληπητηρια Στηβεν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΖΑΝΝΕΤΟΠΟΥΛΟΣ13 Μαρτίου, 2010 18:00

    ΤΟΝ ΕΧΑΣΑ ΚΑΙ ΕΓΩ ΠΡΟΧΘΕΣ. ΑΓΙΑΣΘΗΤΩ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Τελευταίοι Χαιρετισμοί απόψε
    ατελείωτοι οι δικοί μου που σου στέλνω
    και χαίρε χαίρε του αποκλείεται
    η θεία προθυμία να σ'τους δώσει.

    Χαίρε συνέπεια λουλουδιών
    προς την τακτήν επιστροφή σας
    χαίρε συνέπεια του ανεπίστρεπτου
    τήρησες κατά γράμμα τους νεκρούς.
    Χαίρε του σκοταδιού το σφιχταγκάλιασμα
    που δέχεσαι το δικαιολογημένο
    έχει να σε δει πριν τη γέννησή σου.
    Χαίρε των ματιών σου η ανοιχτοφοβία
    χαίρε καχαριτωμένη υπόσχεση του ανέλπιστου
    πως βλέμμα σου θα ξεθαρρέψει πάλι κάποτε
    να ξανοιχτεί προς έντρομο δικό μου
    Χαίρε των ματιών σου η ανοιχτοφοβία
    -της μνήμης το "ελευθέρας" να πηγαίνει
    όποτε θέλει να τα βλέπει
    αυγή χαμένης μέρας.

    Όσο για σένα κόσμε
    που καταδέχεσαι να ζεις
    όσο έχει την ανάγκη σου η τύχη
    για να καρπούνται τα δεινά
    την εύφορη αντοχή σου,
    που εξευτελίζεσαι να ζεις
    για να σου πει μια καλησπέρα το πολύ
    κατά τον διάπλου
    ένα εγγαστρίμυθα ολόγιομο φεγγάρι
    τί να σου πω
    χαίρε κι εσύ.


    Κική Δημουλά.

    Χαίρε αγαπημένε Ηρακλή. Είμαι περήφανη που σε γνώρισα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Συλλυπητήρια , να ζήσεις να τον θυμάσαι. Κουράγιο και δύναμη
    χρειάζεται γι αυτούς που μένουν πίσω

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Θεσσαλονικιός14 Μαρτίου, 2010 00:38

    Αδελφέ συλληπητήρια. Πρίν δύο χρόνια όταν έχασα τον δικό μου πατέρα ένοιωσα την γή να φεύγει από τα πόδια μου. Δεν υπάρχει μέρα που να περνά και να μην τον θυμάμαι.... ούτε μία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Κράτα γερά, φίλε.
    Το περίεργο με το θάνατο είναι ότι αν και πρόκειται για το μόνο σίγουρο πράγμα στη ζωή μας, όταν έρχεται, όσο και προετοιμασμένοι να είμαστε, χάνουμε το έδαφος κάτω από τα πόδια μας.
    Κι αν αυτός που φεύγει είναι ο γονιός, μαζί του φεύγει η αγκαλιά, η συμβουλή, η βοήθεια στα δύσκολα. Αδειάζει μια θέση στο γιορτινό τραπέζι.
    Γίνεται σκιά και μας αγκαλιάζει.
    Φάρμακο ο θάνατος δεν έχει. Μόνο αν..αν έχουμε πει όσα θέλαμε, όσα μας θύμωναν και όσα μας έφερναν κοντά, αν η ενοχή δε μας βασανίζει, μόνον τότε, το άσχημο πρόσωπό του δε στοιχειώνει τα όνειρά μας.
    Ηρακλή, να έχεις το ταξίδι που εσύ διάλεξες.
    Όπου και να είσαι, κάνε τον τόπο κιτρινόμαυρο. Με θεό το δικέφαλο αετό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Τάσος Θεσσαλονίκη14 Μαρτίου, 2010 13:44

    Θα πρέπει να είναι υπέροχο συναίσθημα για τον εκλιπών να τον αποχαιρετούν αγαπημένα πρόσωπα .Όλα τα Εγγόνια του να είναι εκεί Όλα τα Παιδιά του η Γυναίκα του.Όποιος το έχει καταφέρει θα πρέπει να νιώθει πολύ τυχερός και σημαίνει πως ήταν καλός Άνθρωπος.Το ξέρει το συναίσθημα του αποχωρισμού Ξέρει πως είναι γιατί και αυτός πριν απο χρόνια είχε κάνει κάτι ανάλογο για τους δικούς του γονείς .Είναι πολύ σημαντικό να κρατάμε τις ισορροπίες και ο Πατέρας σου τα κατάφερε και εκεί . Είμαι σίγουρος φίλε πως είσαι περήφανος για Αυτόν και Αυτός πλέον εκεί που έπρεπε να είναι . Ήρεμος ανακουφισμένος χωρίς πόνους ..και ποιος ξέρει Ίσος και να είναι η Αρχή .Εύχομαι όλοι μας να το ανακαλύψουμε με τον καλύτερο τρόπο και με απόλυτη σειρά προτεραιότητας. Εγώ πιστεύω πως εκεί που θα είναι ...υπάρχει ήδη διαρκείας στο όνομα του στην θέση των Επισήμων .Όπως είναι άλλωστε και στην Καρδιά όλων αυτών που κατά καιρούς τον έζησαν .

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Stop all the clocks, cut off the telephone,
    Prevent the dog from barking with a juicy bone,
    Silence the pianos and with muffled drum
    Bring out the coffin, let the mourners come.
    Let aeroplanes circle moaning overhead
    Scribbling on the sky the message He Is Dead,
    Put crepe bows round the white necks of the public doves,
    Let the traffic policemen wear black cotton gloves.
    He was my North, my South, my East and West,
    My working week and my Sunday rest,
    My noon, my midnight, my talk, my song;
    I thought that love would last for ever: I was wrong.
    The stars are not wanted now: put out every one.
    Pack up the moon and dismantle the sun.
    Pour away the ocean and sweep up the wood.
    For nothing now can ever come to any good.

    W.H.Auden

    Τα συλλυπητήρια μου για το χαμό σας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή